- πεντακοσιαρχίᾳ
- πεντακοσιαρχίᾱͅ , πεντακοσιαρχίαcommand offem dat sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πεντακοσιαρχία — πεντακοσιαρχίᾱ , πεντακοσιαρχία command of fem nom/voc/acc dual πεντακοσιαρχίᾱ , πεντακοσιαρχία command of fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντακοσιαρχία — η / πεντακοσιαρχία, ΝΑ [πεντακοσιάρχης] η διοίκηση 500 ανδρών και, ιδίως κατά την αρχαιότητα, 512 ανδρών νεοελλ. το αξίωμα τού πεντακοσιάρχου … Dictionary of Greek
πεντακοσιαρχίας — πεντακοσιαρχίᾱς , πεντακοσιαρχία command of fem acc pl πεντακοσιαρχίᾱς , πεντακοσιαρχία command of fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντακοσιαρχίαι — πεντακοσιαρχίᾱͅ , πεντακοσιαρχία command of fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεντακοσιαρχίαν — πεντακοσιαρχίᾱν , πεντακοσιαρχία command of fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)